ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο

Ο Ριχάρδος Β΄ (αγγλικά: Richard II, Μπορντώ, 6 Ιανουαρίου 1367 - Λονδίνο, 14 Φεβρουαρίου 1400) ήταν βασιλιάς της Αγγλίας από το 1377 έως την καθαίρεσή του, το 1399.

Ο Ριχάρδος Β΄ ήταν γιος του Εδουάρδου του «Mαύρου Πρίγκηπα» και της Ιωάννας του Κεντ και έγινε διάδοχος του παππού του, βασιλιά Εδουάρδου Γ΄, σε ηλικία 10 ετών. Κατά τη διάρκεια που ήταν ανήλικος την αντιβασιλεία ασκούσε ο θείος του, Ιωάννης της Γάνδης, ενώ συνεκλήθησαν τρία συνεχή συμβούλια (1377 - 1380) την περίοδο της ακυβερνησίας. Ο Ιωάννης της Γάνδης εξασκούσε εξ' ολοκλήρου και την εξωτερική πολιτική. Όταν ενηλικιώθηκε ο Ριχάρδος αντιμετώπισε την Επανάσταση των Χωρικών, κάτι που τον έκανε να συνθηκολογήσει με τον Oυόλτερ Τάιλερ και να συγκεντρώσει στρατό για να τους αντιμετωπίσει. Τελικώς εκτέλεσε τους αρχηγούς, καταστέλλοντας την επανάσταση. Σταδιακά, άρχισε να γίνεται αντιπαθητικός στον αγγλικό λαό και την αριστοκρατία. Δεν είχε διπλωματικές ικανότητες συνδιαλλαγής, κάτι που τον οδήγησε στην πτώση του (1399). Παντρεύτηκε δύο φορές: την πρώτη την Άννα της Βοημίας (1383), κόρη του αυτοκράτορα Καρόλου Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία πέθανε το 1394, και στη συνέχεια προχώρησε σε δεύτερο γάμο (1396) με την επτάχρονη Ισαβέλλα των Βαλουά, χωρίς ν' αποκτήσει κληρονόμους.

Νεανική ηλικία
Στέψη του Ριχάρδου Β΄ ως βασιλιά της Αγγλίας
O Ριχάρδος Β΄ προσκυνά το Θείο Βρέφος υπό τη συνοδεία του Εδουάρδου του «Μάρτυρα», του Εδουάρδου του «Εξομολογητή» και του Ιωάννη του «Βαπτιστή» - μικρογραφία (1395 - 1400)

Ο Ριχάρδος του Μπορντώ ήταν μικρότερος γιος του Εδουάρδου, του «Μαύρου Πρίγκηπα» και της Ιωάννας του Κεντ, της ισχυρής κυρίας του Κεντ. Ο πατέρας του ήταν σπουδαίος στρατιωτικός ηγέτης τα πρώτα χρόνια του Εκατονταετούς Πολέμου, με αποκορύφωμα το θρίαμβο στο Πουατιέ (1356), όπου συνέλαβε τον Ιωάννη Β΄ της Γαλλίας. Ωστόσο, έχοντας αρρωστήσει από δυσεντερία το 1370, χωρίς ν' αποκατασταθεί η υγεία του έως το θάνατό του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τις μάχες και να επιστρέψει στην πατρίδα του την Αγγλία.[1] Η μητέρα του Ιωάννα του Κεντ, πριν το γάμο της με τον «Μαύρο Πρίγκηπα», είχε γίνει το μήλο της έριδoς ανάμεσα στον Τόμας Χόλλαντ, 1ο κόμη του Κεντ και τον Ουίλιαμ Μόνταγκιου, κόμη του Σώλσμπερι, όπου επικράτησε ο πρώτος. Μετά το θάνατο του Χόλλαντ (1360) η μητέρα του παντρεύτηκε τον Εδουάρδο, τον «Μαύρο Πρίγκηπα». Η Ιωάννα του Κεντ ήταν στενή συγγενής με τον Εδουάρδο, καθώς ήταν πρώτη εξαδέλφη του πατέρα του, βασιλιά Εδουάρδου Γ΄, και εγγονή του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου Α΄, και επομένως χρειάστηκε παπική έγκριση προκειμένου να προχωρήσει ο γάμος.[2]

Ο Ριχάρδος Β΄ γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1367 στα ανάκτορα του Μπορντώ, την εποχή που ο πατέρας του ήταν δούκας της Ακουιτανίας. Σύμφωνα με κάποιες πηγές της εποχής, τρεις βασιλείς, της Καστίλλης, της Ναβάρρας και της Πορτογαλίας, ήταν παρόντες την ώρα της γέννησής του.[3] Η γέννηση του Ριχάρδου Β΄ ανήμερα της εορτής των Θεοφανείων έδωσε τροφή να δημιουργηθούν πολλά ανέκδοτα για το πρόσωπο του, όπως η λατρευτική εικόνα του Ουίλτον Ντιπτάικ, όπου απεικονίζεται ως ένας από τους τρεις βασιλείς που προσκυνούν την Παναγία και το «Θείο Βρέφος».[4] O μεγαλύτερος αδελφός του, Εδουάρδος της Ανγκουλέμ, πέθανε το 1371 σε ηλικία 5 ετών, και ο ίδιος έγινε ο επόμενος διάδοχος του αγγλικού θρόνου μετά τον πατέρα του.[5] Όταν ο πατέρας του υπέκυψε στην ασθένειά του το 1376, δημιουργήθηκε σύντομα ο φόβος ότι ο θείος του, Ιωάννης της Γάνδης, προετοιμαζόταν να σφετεριστεί το θρόνο, λόγος για τον οποίο οι ευγενείς έχρισαν άμεσα τον μικρό Ριχάρδο, Πρίγκηπα της Ουαλίας (παραδοσιακά ο τίτλος του διαδόχου του αγγλικού θρόνου), με όλα τα αξιώματα του πατέρα του. Στις 21 Ιουνίου της επόμενης χρονιάς (1377) πέθανε και ο ηλικιωμένος παππούς του Ριχάρδου, βασιλιάς Εδουάρδος Γ΄, και ο δεκάχρονος Ριχάρδος στέφθηκε βασιλιάς της Αγγλίας, στις 16 Ιουλίου 1377[6]. Καθώς υπήρχε η απειλή του φιλόδοξου Ιωάννη της Γάνδης να σφετεριστεί το θρόνο, φρόντισαν να τον αποκλείσουν από το «Συμβούλιο της Αντιβασιλείας». Εντούτοις, ο Ιωάννης της Γάνδης μαζί με τον μικρότερο αδελφό του, Θωμά Γούντστοκ, κόμη του Μπάκινγχαμ, σταδιακά απέκτησαν μεγάλη επιρροή στο Συμβούλιο.[7] Παράλληλα, οι βασιλικοί σύμβουλοι και ιδιαιτέρως ο Σάιμον του Μπέρλι και ο Ροβέρτος του Βιρ, δούκας της Ιρλανδίας, προκάλεσαν σταδιακά εις βάρος τους μεγάλη δυσαρέσκεια από τη Βουλή των Κοινοτήτων, λόγω της υψηλής φορολογίας κατά την περίοδο 1377-1381, προκειμένου να πραγματοποιηθούν στρατιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες όμως απέτυχαν στο σύνολό τους.[8] Από το 1381 η δυσαρέσκεια στις κατώτερες λαϊκές τάξεις αυξήθηκε σημαντικά.[9]
Οι πρώτες αντιδράσεις εναντίον του λόγω υψηλής φορολογίας
Ο θάνατος του Ουόλτερ Τάιλερ από τον δήμαρχο του Λονδίνου (1381) - Χρονικά του Ιωάννη Φρουασσάρ (1475)

Ο μεγάλος κεφαλικός φόρος (1381) ήταν η σπίθα για την έκρηξη της αγροτικής επανάστασης την ίδια χρονιά, που οφειλόταν στις διαφορές ανάμεσα στους μεγαλογαιοκτήμονες που βρίσκονταν υπό την προστασία του βασιλιά, και στους χωρικούς, οι οποίοι είχαν ιδιαιτέρως καταστραφεί από την επιδημία της μαύρης πανώλης. Οι επαναστάτες ξεκίνησαν από το Κεντ και το Έσσεξ, και στις 12 Ιουνίου κατευθύνθηκαν στο Μπλάκχιθ κοντά στο Λονδίνο υπό την ηγεσία του Ουόλτερ "Ουάτ" Τάιλερ, του Τζων Μπολ και του Τζακ Στρόου. Πρώτη τους δουλειά ήταν να κάψουν τα ανάκτορα της Σαβοΐας στο Λονδίνο, τα οποία ήταν ιδιοκτησία του Ιωάννη της Γάνδης, ενώ σκότωσαν τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι Σάιμον Σάντμπερι, που ήταν βασιλικός σύμβουλος, και τον κρατικό θησαυροφύλακα Ροβέρτο Χέηλς.[10] Ο βασιλιάς, που είχε κλειστεί στον Πύργο του Λονδίνου υπό την προστασία των συμβούλων του, κατάλαβε τότε ότι δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τους επαναστάτες με τα όπλα παρά μονάχα με διαπραγματεύσεις.[11]

Ο βασιλιάς συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις ενεργά παρά τη μικρή του ηλικία αφού ήταν μόλις 14 ετών, και στις 13 Ιουνίου προσπάθησε να στρατοπεδεύσει στις όχθες του Γκρίνουιτς, αλλά οι επαναστάτες τον ανάγκασαν να επιστρέψει στον Πύργο του Λονδίνου.[12] Την επόμενη μέρα στις 14 Ιουνίου συμφώνησε να συναντηθεί με τους επαναστάτες αλλά αυτή η κίνηση τούς ενθάρρυνε ακόμα περισσότερο να συνεχίσουν τις λεηλασίες και τους φόνους.[13] Ο Ριχάρδος Β΄ συναντήθηκε την επόμενη μέρα με τον αρχηγό των επαναστατών Ουάτ Τάιλερ στο Σμίθφηλντ και δέχθηκε όλα τα αιτήματα του, αλλά οι επαναστάτες δεν θεωρούσαν τον βασιλιά αξιόπιστο. H ένταση στη συνέχεια αυξήθηκε σημαντικά όταν ο δήμαρχος του Λονδίνου έριξε τον Τάιλερ κάτω από το άλογό του και τον σκότωσε.[14] Ο βασιλιάς πήρε την κατάσταση στα χέρια του για να ηρεμήσει τα πνεύματα, συγχώρησε τους εξεγερθέντες και τους επέτρεψε να επιστρέψουν στα κτήματά τους.[15] Σύντομα όμως άλλαξε στάση καταπατώντας τις "χάρτες της ελευθερίας" που παραχώρησε στους χωρικούς, και αυτό οδήγησε σε νέες εξεγέρσεις υπό την καθοδήγηση του Έσσεξ, τις οποίες ο Ριχάρδος κατέστειλε εύκολα, και στις 28 Ιουνίου στο Μπιλλερίκεϊ νίκησε και τους τελευταίους αντάρτες υποτάσσοντάς τους ολοκληρωτικά. Ο Ριχάρδος Β΄ παρά την πολύ μικρή ηλικία του έδειξε τεράστιο θάρρος και τόλμη απέναντι στους εξεγερμένους, γεγονός που αύξησε σημαντικά την αλαζονεία του και μαζί με αυτή τα κινήματα και τις ανταρσίες εναντίον του, κάτι που θα του στοίχιζε σύντομα τον ίδιο το θρόνο και την ζωή του.

Η Επανάσταση των Χωρικών στάθηκε αιτία να γραφτεί για πρώτη φορά το όνομα του Ριχάρδου Β΄ στα ιστορικά χρονικά.[16] Η πρώτη του ενέργεια μετά την επανάσταση ήταν να παντρευτεί στις 20 Ιανουαρίου 1382 την Άννα της Βοημίας, κόρη του Ρωμαίου αυτοκράτορα Καρόλου Δ΄ και της συζύγου του Ελισάβετ της Πομερανίας.[17] Ο γάμος ήταν καθαρά διπλωματικής φύσεως για να εξασφαλίσει ισχυρές συμμαχίες στον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας, αφού βρισκόταν ακόμα σε έξαρση ο Εκατονταετής Πόλεμος, και να διασπάσει στα δύο τις δυνάμεις της Ευρώπης κερδίζοντας την υποστήριξη των Γερμανών, αλλά ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων στην Αγγλία και δεν έφερε ούτε τις νίκες τις οποίες ο ίδιος ο Ριχάρδος είχε υποσχεθεί.[18] Η Άννα πέθανε από πανούκλα (1394), μην έχοντας κάνει παιδιά με τον Ριχάρδο, ο οποίος θρήνησε έντονα το θάνατό της.[19]
Η επανάσταση των Χωρικών

Ο Ριχάρδος Β΄ απέκτησε σύντομα έναν προσωπικό κύκλο ευνοουμένων του στη βασιλική αυλή, ο ένας από αυτός ήταν ο Μιχαήλ ντε λα Πολ, ο οποίος καταγόταν από τυχάρπαστη οικογένεια εμπόρων.[20] Ο Ριχάρδος τον έκανε καγκελάριο (1383) και δημιούργησε για λογαριασμό του την κομητεία του Σάφολκ (1385), κάτι που τον έφερε σε μεγάλη σύγκρουση με τους υπόλοιπους βαρόνους.[21] Ένας άλλος από τους ευνοουμένους του ήταν ο Ροβέρτος ντε Βιρ, κόμης της Οξφόρδης, τον οποίο στη συνέχεια ευνόησε τόσο πολύ που του παραχώρησε το νέο τίτλο του δούκα της Ιρλανδίας (1386).[22] Ο ιστορικός Θωμάς Ουόλσινγχαμ που αντιπαθούσε τον Ριχάρδο Β΄, αναφέρει ομοφυλοφιλικές σχέσεις ανάμεσα σε αυτόν και τον Ροβέρτο ντε Βιρ.[23] Εντάσεις δημιουργήθηκαν με το "Γαλλικό Ζήτημα", καθώς ενώ η βασιλική αυλή ήθελε διαπραγματεύσεις με τους Γάλλους, οι κόμητες της Γάνδης και του Μπάκινγχαμ ήθελαν μια μεγάλη εκστρατεία για να προστατεύσουν τις αγγλικές κτήσεις στη Γαλλία. Επίσης προετοιμασίες για διεξαγωγή σταυροφορίας απέτυχαν, το οποίο προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια. Ο Ριχάρδος στη συνέχεια στράφηκε εναντίον των Σκωτσέζων οι οποίοι ήταν σύμμαχοι των Γάλλων. Το 1385 ξεκίνησε την εκστρατεία του στο βορρά για να τους τιμωρήσει, αλλά δεν κατάφερε τίποτα και αναγκάστηκε να επιστρέψει πίσω αυξάνοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια.[24] Επίσης μια εξέγερση στη Γάνδη απέτρεψε μια γαλλική επίθεση στη νότια Αγγλία.[25] Οι σχέσεις του Ριχάρδου Β΄ με το θείο του Ιωάννη της Γάνδης σταδιακά έγιναν όλο και χειρότερες, μέχρι που ο θείος του έφτασε στο σημείο να εγκαταλείψει την Αγγλία προκειμένου να διεκδικήσει το θρόνο της Καστίλλης (1386), εν μέσω φημών ότι προετοίμαζε πραξικόπημα. Με τη φυγή του Ιωάννη της Γάνδης το ρόλο της αντιπολίτευσης εναντίον του βασιλιά ανέλαβαν ο έτερος θείος του, Θωμάς του Γούντστοκ, δούκας του Μπάκινγχαμ, ο οποίος είχε γίνει τότε δούκας του Γκλόστερ, και ο Ριχάρδος Φιτζάλαν, κόμης του Άραντελ.[26]

Η απειλή για την επίθεση των Γάλλων άρχισε να γίνεται πολύ περισσότερο έντονη μετά το 1386. Την ίδια χρονιά στο κοινοβούλιο ο Μιχαήλ ντε λα Πολ, ευνοούμενος του βασιλιά, πρότεινε τρομερά υψηλούς φόρους.[27] Το κοινοβούλιο με την πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης του δούκα του Γκλόστερ και του κόμη του Άραντελ, αρνήθηκε κατηγορηματικά τις προτάσεις καθαιρώντας τον καγκελάριο.[28] Ο βασιλιάς παρά τις αντιδράσεις αρνήθηκε ν΄ αποσύρει τη στήριξή του στο Μιχαήλ ντε λα Πολ.[29] Το έκανε μονάχα όταν είδε τον κίνδυνο εκθρονισμού του, και μια ομάδα δημιουργήθηκε για να ελέγξει την κρατική οικονομία για ένα χρόνο.[30] Ο Ριχάρδος Β΄ ανέλαβε την πρωτοβουλία να κάνει ο ίδιος περιοδεία στη χώρα για να υποστηρίξει το έργο του, από το Φεβρουάριο έως το Νοέμβριο του 1387.[31] Δημιούργησε και μια μεγάλη στρατιωτική βάση στο Τσέσαϊρ και προσπάθησε μέσω του ανώτατου δικαστή Ροβέρτου Τρεζίλιαν να κηρύξει τις αποφάσεις του κοινοβουλίου προδοτικές και παράνομες.[32] Με την επιστροφή του στο Λονδίνο ο Ριχάρδος βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Θωμά Γούντστοκ, ο οποίος είχε γίνει δούκας του Γκλόστερ, τον Άραντελ και τον Θωμά του Μπωσάν, κόμη του Γουώρικ, οι οποίοι κατηγόρησαν τον Μιχαήλ ντε λα Πολ ως εθνικό προδότη.[33] Ο Ριχάρδος Β΄ παρίστανε οτι ξεκινά τις διαπραγματεύσεις με τους επαναστάτες αλλά στην πραγματικότητα περίμενε τις ενισχύσεις από τη στρατιωτική του βάση στο Τσέσαϊρ.[34] Οι επαναστάτες ενώθηκαν με τον Ερρίκο, γιο του Ιωάννη της Γάνδης, μελλοντικό βασιλιά Ερρίκο Δ΄, και τον Θωμά του Μόουμπρεϊ, κόμη του Νόττινγχαμ. Η στάση έμεινε στην ιστορία ως Επανάσταση των Λόρδων. Στις 20 Δεκεμβρίου 1387 οι επαναστάτες συνέλαβαν τον ντε Πολ και τον υποχρέωσαν να δραπετεύσει από τη χώρα.[35]
Συμφιλίωση του Ριχάρδου με τους επαναστάτες
Ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος Β΄ συναντάει τους επαναστάτες
Η σύλληψη του Ριχάρδου Β΄ από τον κόμη του Νορθάμπερλαντ - Χρονικά του Ιωάννη Φρουασσάρ (1475)

Ο βασιλιάς δεν είχε πλέον καμιά άλλη επιλογή από το να συμβιβαστεί με τους επαναστάτες. Ο μεγαλογαιοκτήμονας σύμμαχος του Ριχάρδου Β΄, σερ Νίκολας Μπρεμπρ, και ο ανώτατος δικαστής Ροβέρτος Τρεζίλιαν εκτελέστηκαν, και ο Μιχαήλ ντε Πολ καταδικάστηκε ερήμην του σε θάνατο αφότου είχε δραπετεύσει,[36] ενώ ακολούθησαν πολλές άλλες εκτελέσεις και οι κύκλοι του βασιλιά επήλθαν υπό διάλυση. Ο Ριχάρδος σταδιακά προσπάθησε ν΄ αποκαταστήσει τις βασιλικές εξουσίες του, εκμεταλλευόμενος τις μεγάλες αστοχίες των πολεμοχαρών επαναστατών, οι οποίοι είχαν κηρύξει πόλεμο στη Γαλλία, αλλά απέτυχαν όλες οι προσπάθειές τους, όπως απέτυχε και η επιχείρηση που πραγματοποίησαν εναντίον της Σκωτίας.[37] Ο Ριχάρδος είχε φτάσει ήδη στα 21 του χρόνια και ήταν αρκετά ώριμος για την εποχή του για ν΄ αναλάβει προσωπικά τη διοίκηση του βασιλείου. Ζήτησε συγχώρεση από τους Άγγλους για τα προηγούμενα λάθη του ισχυριζόμενος ότι παρασύρθηκε από τους κακούς του συμβούλους. Ο θείος του από την άλλη, Ιωάννης της Γάνδης, επέστρεψε στην Αγγλία (1389) και έδειξε αρκετά συγκαταβατικός μαζί του.[38] Η πολιτική του ήταν αντίθετη με αυτή των επαναστατών επιθυμώντας ειρήνη με τη Γαλλία, καθώς με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε ν΄ απαλλάξει τους υπηκόους του από την υπερβολικά υψηλή φορολογία την οποία θα έφερνε αναγκαστικά ο πόλεμος.[39]Τα γεγονότα στη συνέχεια απέδειξαν ότι, αν και φαινόταν ειρηνικός, δεν είχε ξεχάσει με κανέναν τρόπο τη συμπεριφορά που είχαν δείξει τα προηγούμενα χρόνια οι επαναστάτες σε βάρος του, περισσότερο δε τον είχε ενοχλήσει η εκτέλεση του αγαπημένου του δασκάλου, Σάιμον του Μπέρλι.[40]

Με εξασφαλισμένη τη σταθερότητα και την ειρήνη με τη Γαλλία αποφάσισε ν΄ ασχοληθεί με την Ακουιτανία, με πρόθεση και πρόταση να την επεκτείνει (1393), αλλά ο Γάλλος βασιλιάς τού ζήτησε να του δίνει όρκο υποτέλειας για να το κάνει, κάτι που ο Ριχάρδος αρνήθηκε επειδή οι Άγγλοι όταν το άκουσαν ήταν έτοιμοι να εξεγερθούν.[41] Το 1396 έκλεισε ειρήνη με τους Γάλλους για 28 χρόνια, σύμφωνα με την οποία συμφώνησε να παντρευτεί την κόρη του Γάλλου βασιλιά Καρόλου ΣΤ΄, Ισαβέλλα, όταν ερχόταν σε ηλικία γάμου. Η πρόταση έφερε νέα αντίδραση από τους Άγγλους επειδή η Ισαβέλλα ήταν μονάχα 6 ετών και θ΄ αργούσε πολύ να γεννηθεί ο διάδοχος.[42] Ο Ριχάρδος Β΄ ενώ προσπάθησε με κάθε τρόπο να διατηρήσει την ειρήνη με τη Γαλλία και τη Σκωτία, ακολούθησε διαφορετική τακτική με την Ιρλανδία. Οι Άγγλοι άρχοντες απειλήθηκαν στο νησί από τους Ιρλανδούς οπλαρχηγούς, ζητώντας την επέμβαση του βασιλιά τους.[43] Το φθινόπωρο του 1394 ο Ριχάρδος αναχώρησε για την Ιρλανδία, στην οποία έμεινε μέχρι το Μάιο του 1395, με 8.000 άνδρες, τη μεγαλύτερη πολεμική δύναμη που είχε φτάσει ποτέ στο νησί στο Μεσαίωνα.[44] Η επιχείρηση είχε μεγάλη επιτυχία και όλοι οι Ιρλανδοί οπλαρχηγοί υποτάχθηκαν.[45] Ήταν το μοναδικό μεγάλο κατόρθωμα του Ριχάρδου Β΄ κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, αλλά η βρετανική κυριαρχία στην Ιρλανδία δεν θα κρατούσε πολύ.
Τελευταία χρόνια και πτώση
Απότομη αλλαγή στάσης και αυταρχισμός

Η περίοδος η οποία είναι γνωστή στους ιστορικούς ως τυραννία του Ριχάρδου Β΄, ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας του 1390, οπότε ο βασιλιάς άλλαξε ανεξήγητα πολιτική και μετατράπηκε απότομα σε βίαιο και αυταρχικό.[46] Τον Ιούλιο του 1397 διέταξε τη σύλληψη του Άραντελ, του Γκλόστερ και του Γουώρικ, των φερόμενων ως εχθρών του.[47] Υπάρχουν πολλές απόψεις σχετικά με την αιφνίδια αλλαγή της πολιτικής του. Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι είχε πλέον ωριμάσει, είχε φτάσει σε ηλικία 30 ετών και θεωρούσε τον εαυτό του ικανό να πάρει εκδίκηση για τις εκτελέσεις των οπαδών του πριν από μια δεκαετία κατά την πρώτη τότε εξέγερση. [48] Ο Άραντελ ήταν ο πρώτος από τους τρεις που μετά από μια έντονη λογομαχία με τον βασιλιά το Σεπτέμβριο του 1397 καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.[49] Ο θείος του, κόμης του Γκλόστερ, μεταφέρθηκε αιχμάλωτος από τον κόμη του Νόττιγχαμ στο Καλαί περιμένοντας τη δική του δίκη. Ο κόμης του Νόττιγχαμ στη συνέχεια ανακοίνωσε το θάνατο του κόμη του Γκλόστερ στη φυλακή, και ακούγεται ότι τον σκότωσε ο ίδιος ο βασιλιάς για να μην αναγκαστεί να τον εκτελέσει, δείχνοντας εμπρός του αγγλικού κοινού ότι εκτελεί τον θείο του και έναν από τους γιους του παππού του, Εδουάρδου Γ΄.[50] Ο Γουώρικ καταδικάστηκε σε θάνατο αλλά ο βασιλιάς τού έδωσε χάρη και η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη, ενώ ο αδελφός του Άραντελ, Θωμάς Άραντελ, Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι, εξορίστηκε.[51] Ο Ριχάρδος Β΄ την ίδια ώρα έδωσε εντολή στους βαρόνους σε όλη τη χώρα να βάζουν υψηλούς φόρους και να κάνουν κατάσχεση της περιουσίας των αντιπάλων του, καταφέρνοντας με αυτόν τον τρόπο να συγκεντρώσει μεγάλο αριθμό χρημάτων για τα βασιλικά ταμεία.
Ανάδειξη του Ερρίκου του Μπόλινμπροκ ως αρχηγού της αντίστασης εναντίον του
Η παράδοση του Ριχάρδου Β΄ στον Ερρίκο του Μπόλινμπροκ - Βρετανική Βιβλιοθήκη.

Ο Ιωάννης της Γάνδης, ο οποίος ήταν ένα εξαιρετικά σεβαστό πρόσωπο σε ολόκληρο το αγγλικό βασίλειο για περισσότερα από 30 χρόνια, απεβίωσε (1399) αφήνοντας τη χώρα σε μεγάλη ανασφάλεια. Οι συγκεκριμένες ενέργειες του Ριχάρδου Β΄ ακούγεται ότι είχαν τη μυστική υποστήριξη σημαντικών Άγγλων βαρόνων, οι οποίοι περίμεναν να κερδίσουν οι ίδιοι από την κατάσχεση των εδαφών και των τίτλων από τους βαρόνους οι οποίοι εξεγέρθηκαν εναντίον του βασιλιά.[52] Η μεγαλύτερη απειλή για τον Ριχάρδο Β΄ προερχόταν από τον Οίκο του Λάνκαστερ, εκπρόσωπος του οποίου ήταν ο Ιωάννης της Γάνδης και ο γιος του Ερρίκος του Μπόλινμπροκ. Ο Οίκος Λάνκαστερ είχε συγκεντρώσει μεγάλο πλούτο και πολλούς τίτλους, ενώ τα μέλη του ήταν υποψήφια για τη διαδοχή του αγγλικού θρόνου όσο ο ίδιος ο Ριχάρδος παρέμενε άτεκνος.[53] Οι διαμάχες ξεκίνησαν στους βασιλικούς κύκλους λόγω της έχθρας ανάμεσα στον Ερρίκο του Μπόλινμπροκ και στον Θωμά του Μόουμπρεϊ, 1ο δούκα του Νόρφολκ, οι οποίοι ανήκαν και οι δυο στους επαναστατημένους βαρόνους, αλλά λόγω προσωπικής τους διαμάχης προκλήθηκαν να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές με μονομαχία (Δεκέμβριος 1397).[54] Ο Ριχάρδος Β΄, για να μη γίνει η αιματοχυσία, αποφάσισε να στείλει σε ισόβια εξορία τον Θωμά του Μόουμπρεϊ και δεκαετή τον Ερρίκο του Μπόλινμπροκ, με τη σύμφωνη γνώμη του πατέρα του τελευταίου, Ιωάννη της Γάνδης.[55] Ο Ιωάννης της Γάνδης πέθανε στις 3 Φεβρουαρίου 1399 και ο βασιλιάς αμέσως το θάνατο του θείου του αποφάσισε να κάνει κατάσχεση της περιουσίας του γιου του, Ερρίκου του Μπόλινμπροκ.[56] Στη συνέχεια το Μάιο του ίδιου χρόνου ο Ριχάρδος Β΄ συμμετείχε προσωπικά σε μια νέα στρατιωτική αποστολή στην Ιρλανδία.[57] Ο Ερρίκος του Μπόλινμπροκ οργάνωσε στη συνέχεια την αντίστασή του με τη βοήθεια του εξόριστου Θωμά Άραντελ, Αρχιεπισκόπου του Καντέρμπερι, αδελφού του κόμη που είχε εκτελεστεί από τον Ριχάρδο.
Ανατροπή του Ριχάρδου από τον Ερρίκο Δ΄
Ο θάνατος του Ριχάρδου Β΄ - κατά τον Φράνσις Ουήτλι

Τον Ιούνιο του 1399 ο Λουδοβίκος Α΄ της Ορλεάνης απέκτησε τον έλεγχο στην αυλή του αδελφού του Καρόλου ΣΤ΄ της Γαλλίας. Η πολιτική της προσέγγισης με το αγγλικό στέμμα όμως δεν ταίριαζε στις φιλοδοξίες του και γι' αυτό έστειλε τον Ερρίκο του Μπόλινμπροκ πίσω στη Γαλλία, όπου στρατοπέδευσε στην ακτή της Υόρκης με τους οπαδούς του στα τέλη του Ιουνίου του 1399.[58] Ο Ερρίκος συναντήθηκε με τον Χένρι Πέρσι, 5ο κόμη του Νορθάμπερλαντ, και αποφάσισε να διεκδικήσει δυναμικά την κληρονομιά του.[59] Ο Ριχάρδος Β΄ με τους οπαδούς του δραπέτευσε στην Ιρλανδία και ο Ερρίκος δεν συνάντησε καμιά αντίσταση.[60] Ο Εδμόνδος του Λάνγκλεϊ δεν είχε άλλη επιλογή από το να πάει στο πλευρό του Ερρίκου, ο δε Ριχάρδος καθυστέρησε την επιστροφή του από την Ιρλανδία και έφτασε στην Ουαλία στις 24 Ιουλίου.[61] Στις 12 Αυγούστου συναντήθηκε με τον κόμη του Νορθάμπερλαντ για διαπραγματεύσεις.[62] Ο Ριχάρδος συμφώνησε να παραδώσει το θρόνο στον Ερρίκο αφού πρώτα του εγγυηθεί ότι θα του χαρίσει τη ζωή, αλλά την 1η Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου.[63] Ο Ερρίκος ήταν αποφασισμένος να πάρει το θρόνο, αφού ο Ριχάρδος με το τυραννικό και ανίκανο καθεστώς του είχε αποδείξει ότι δεν ήταν ικανός να κυβερνήσει, και ήταν επίησης ανίκανος να αποκτήσει διάδοχο.[64] Άλλος διεκδικητής του αγγλικού θρόνου που δημιούργησε προβλήματα στον Ερρίκο του Μπόλινμπροκ ήταν ο Εδμόνδος Μόρτιμερ, 3ος κόμης του Μαρς, που είχε παντρευτεί την Φιλίππη, 5η κόμησσα του Όλστερ, κόρη του Λάιονελ της Αμβέρσας, δευτερότοκου γιου του Εδουάρδου Γ΄, ενώ ο Εδμόνδος Μόρτιμερ ήταν γιος του Ιωάννη της Γάνδης, τριτότοκου γιου του Εδουάρδου Γ΄.[65] Τα γεγονότα καταγράφουν ότι ο Ριχάρδος Β΄ παραιτήθηκε για χάρη του Ερρίκου του Μπόλινμπροκ, το κοινοβούλιο έκανε δεκτή την παραίτηση στις 30 Σεπτεμβρίου, και ο Ερρίκος στέφθηκε βασιλιάς ως Ερρίκος Δ΄ στις 13 Οκτωβρίου.

Η τύχη του Ριχάρδου είναι ασαφής μετά την εκθρόνιση του.[66] Ο ξάδελφός του Ερρίκος, όπως ισχυρίζονται οι ιστορικοί δεν είχε στόχο να τον θανατώσει, και άλλαξε γνώμη όταν αποκαλύφθηκε η Επανάσταση των Επιφανών (1399 - 1400) με σκοπό να τον ανατρέψει και να επαναφέρει τον Ριχάρδο Β΄.[67] Στην επανάσταση συμμετείχαν οι κόμητες του Κεντ, του Χάντινγκτον, του Σώλσμπερι, και ο βαρόνος Ντισπένσερ, οι οποίοι εκτελέστηκαν. Τους συνωμότες πρόδωσε ο πρώτος ξάδελφος του βασιλιά, Εδουάρδος του Νόργουιτς, γιος του Εδμόνδου του Λάνγκλεϊ, τέταρτου στη σειρά γιου του Εδουάρδου Γ΄, ο οποίος είχε στην αρχή σχεδιάσει την επανάσταση μαζί τους. Ο Ερρίκος Δ΄ αποφάσισε μπροστά στον κίνδυνο, να θανατώσει και τον Ριχάρδο Β΄. Ο χρόνος και ο τρόπος που θανατώθηκε είναι ασαφής, επίσημα πέθανε στη φυλακή από ασιτία.[68] Ο Ερρίκος Δ΄ έκανε δημόσια επίδειξη του νεκρού σώματος του Ριχάρδου στον καθεδρικό ναό του Αγίου Παύλου ώστε να δείξει στο λαό ότι είναι νεκρός.
Οικογένεια

Νυμφεύτηκε πρώτα το 1382 την Άννα του Οίκου του Λουξεμβούργου, κόρη του Καρόλου Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Το 1394 απεβίωσε η Άννα και ο Ριχάρδος Β΄ έκανε το 1396 δεύτερο γάμο με την Ισαβέλλα των Βαλουά, κόρη του Καρόλου ΣΤ΄ της Γαλλίας. Δεν απέκτησε απογόνους από τους γάμους του.
Παραπομπές

Barber, Richard (2004). «Edward , prince of Wales and of Aquitaine (1330–1376)». Oxford Dictionary of National Biography. Oxford: Oxford University Press.
Barber, Richard (2004). «Joan, suo jure countess of Kent, and princess of Wales and of Aquitaine [called the Fair Maid of Kent] (c. 1328 – 1385)». Oxford Dictionary of National Biography. Oxford: Oxford University Press.
Tuck (2004).
Gillespie and Goodman (1998), σελ. 266.
Saul (1997), σελ. 12.
Saul (1997) σελ. 24.
McKisack (1959), σσ. 399–400
Harriss (2005), σσ. 445–6.
Harriss (2005), σσ. 229–30.
Harriss (2006), σελ. 231.
Saul (1997), σελ. 67.
McKisack (1959), σελ. 409.
Saul (1997), σσ. 68–70.
Saul (1997), σσ. 70–1.
McKisack (1959), σσ. 413–4.
McKisack (1959), σελ. 424.
Saul (1997), σελ. 90. The marriage had been agreed upon as of 2 May 1381; Saul (1997), σελ. 87.
Saul (1997), σσ. 94–5.
Saul (1997), σελ. 225.
A complaint in parliament claimed that he had been "raised from low estate to the rank of earl"; Saul (1997), σελ. 118.
Saul (1997), σελ. 117.
McKisack (1959), σσ. 425, 442–3.
Saul (1997), σελ. 437.
Saul (1997), σσ. 142–5.
Saul (1997), σσ. 145–6.
Tuck (2004).
Saul (1997), σελ. 157.
McKisack (1959), σελ. 443.
Saul (1997). σσ. 157–8.
Harriss (2005), σελ. 459.
Tuck (1985), σελ. 189.
Chrimes, S. B. (1956). "Richard II's questions to the judges". Law Quarterly Review. lxxii: 365–90.
Goodman (1971), σελ. 26.
Saul (1997), σελ. 187.
Goodman (1971), σσ. 129–30.
McKisack (1959), σελ. 458.
Saul (1997), σσ. 203–4.
Harriss (2005), σελ. 469.
Saul (1997), σσ. 203–4.
Saul (1997), σελ. 367.
Saul (1997), σσ. 215–25.
(As it turned out, she never did produce an heir: just four years later, Richard was dead.) McKisack (1959), σελ. 476.
Tuck (1985), σελ. 204.
Harriss (2005), σελ. 511.
Saul (1997), σσ. 279–81.
Saul (1997), σελ. 203.
Saul (1997), σσ. 371–5.
Harriss (2005), σελ. 479.
Saul (1997), σελ. 378.
Saul (1997), σσ. 378–9.
Tuck (1985), σελ. 210.
McKisack (1959), σσ. 483–4
Saul (1997), σσ. 196–7.
McKisack (1959), σσ. 483–4
Harriss (2005), σελ. 482.
Saul (1997), σσ. 403–4.
McKisack (1959), σελ. 491.
Saul (1997), σσ. 406–7.
Saul (1997), σσ. 408–10
Harriss (2005), σσ. 486–7.
Saul (1997), σελ. 411.
Saul (1997), σσ. 412–3.
Saul (1997), σελ. 417.
McKisack (1959), σσ. 494–5.
Saul (1997), σσ. 419–20.
Saul (1997), σελ. 424.
Saul (1997), σελ. 424–5.

Tuck (2004).

Πηγές

(1993) Chronicles of the Revolution, 1397–1400: The Reign of Richard II, ed. Chris Given-Wilson. Manchester: Manchester University Press.
Froissart, Jean (1978). Chronicles, ed. Geoffrey Brereton. London: Penguin.
(1977) Historia Vitae et Regni Ricardi Secundi, ed. George B. Stow. Philadelphia: University of Pennsylvania Press.
Knighton, Henry (1995). Knighton's Chronicle 1337–1396, ed. G. H. Martin. Oxford: Clarendon Press.
Walsingham, Thomas (1862–64). Historia Anglicana 2 vols., ed. Henry Thomas Riley. London: Longman, Roberts, and Green
Alexander, Jonathan; Binksi, Paul (eds.) (1987). Age of Chivalry, Art in Plantagenet England, 1200–1400. London: Royal Academy/Weidenfeld & Nicholson.
Allmand, Christopher (1988). The Hundred Years War: England and France at War c. 1300 – c. 1450. Cambridge: Cambridge University Press.
Bennett, Michael J. (1999). Richard II and the Revolution of 1399. Stroud: Sutton Publishing. ISBN 0-7509-2283-4.
Castor, Helen (2000). The King, the Crown, and the Duchy of Lancaster: Public Authority and Private Power, 1399–1461. Oxford: Oxford University Press. σσ. 8–21.
Dodd, Gwilym, ed. (2000). The Reign of Richard II. Stroud: Tempus. ISBN 0-7524-1797-5.
Gillespie, James; Goodman, Anthony, eds. (1997). The Age of Richard II. Stroud: Sutton Publishing.
Gillespie, James; Goodman, Anthony, eds. (1998). Richard II: The Art of Kingship. Oxford: Clarendon Press.
Goodman, Anthony (1971). The Loyal Conspiracy: The Lords Appellant under Richard II. London: Routledge.
Goodman, Anthony (1992). John of Gaunt: The Exercise of Princely Power in Fourteenth-Century Europe. Burnt Mill, Harlow, Essex: Longman.
Harriss, Gerald (2005). Shaping the Nation: England, 1360–1461. Oxford: Oxford University Press.
Hilton, Rodney (1973). Bond Men Made Free: Medieval Peasant Movements and the English Rising of 1381. London: Temple Smith.
Jones, Michael (ed.) (2000). The New Cambridge Medieval History, vol. 6: c. 1300 – c. 1415. Cambridge: Cambridge University Press.
Keen, Maurice (1973). England in the Late Middle Ages. London: Methuen.
Levey, Michael (1971). Painting at Court. London: Weidenfeld and Nicholson.
McKisack, May (1959). The Fourteenth Century: 1307–1399. Oxford: Oxford University Press.
Mortimer, Ian (2007). The Fears of King Henry IV: The Life of England's Self-Made King. London: Jonathan Cape.
Saul, Nigel (1997). Richard II. New Haven: Yale University Press.
Saul, Nigel (2005). The Three Richards: Richard I, Richard II and Richard III. London: Hambledon.
Steel, Anthony (1941). Richard II. Cambridge: Cambridge University Press.
Tuck, Anthony (1985). Crown and Nobility 1272–1461: Political Conflict in Late Medieval England. London: Fontana.
Tuck, Anthony (2004). «Richard II (1367–1400)». Oxford Dictionary of National Biography. Oxford: Oxford University Press.

  • hy. Oxford: Oxford University Press.

Ριχάρδος Β΄ της Αγγλίας
Οίκος των Πλανταγενετών
Γέννηση: 6 Ιανουαρίου 1367 Θάνατος: 14 Φεβρουαρίου 1400
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Εδουάρδος Γ΄ της Αγγλίας
Βασιλιάς της Αγγλίας
Royal Arms of England (1395-1399).svg
Λόρδος της Ιρλανδίας
1377 – 1399
Διάδοχος
Ερρίκος Δ΄ της Αγγλίας
Δούκας της Ακουιτανίας
Arms of Aquitaine and Guyenne.svg
1377 – 1390
Διάδοχος
Ιωάννης της Γάνδης
Αγγλική βασιλική οικογένεια
Προκάτοχος
Εδουάρδος, ο «Mαύρος Πρίγκηπας»
Πρίγκιπας της Ουαλίας
Prince of Wales's feathers Badge.svg
Δούκας της Κορνουάλης
1376 – 1377
Διάδοχος
Τίτλος κενός
Επόμενος κάτοχος Ερρίκος Ε΄ της Αγγλίας


Δούκες της Κορνουάλης

Κάρολος (1952–σήμερα)

Εδουάρδος Η΄ (1910–1936) Γεώργιος Ε΄ (1901–1910) Εδουάρδος Ζ΄ (1841–1901) Γεώργιος Δ΄ (1762–1820) Πρίγκιπας Φρειδερίκος (1727–1751) Γεώργιος Β΄ (1714–1727) Ιάκωβος Φραγκίσκος Εδουάρδος Στιούαρτ "Ο Πρεσβύτερος Μνηστήρας" (1688–1689) Κάρολος Β΄ (1630–1649) Κάρολος Α΄ (1612–1625) Ερρίκος Φρειδερίκος (1603–1612) Εδουάρδος ΣΤ΄ (1537–1547) Ερρίκος Τυδώρ (1515) Ερρίκος Τυδώρ (1513) Ερρίκος Τυδώρ (1511) Ερρίκος Η΄ (1502–1509) Αρθούρος Τυδώρ (1486–1502) Εδουάρδος του Μίντλχαμ (1483–1484) Εδουάρδος Ε΄ (1470–1483) Εδουάρδος του Ουέστμινστερ (1453–1471) Ερρίκος ΣΤ΄ (1421–1422) Ερρίκος Ε΄ (1399–1413) Ριχάρδος Β΄ (1376–1377) Εδουάρδος ο Μαύρος Πρίγκπας (1337–1376)


Άγγλοι μονάρχες
Βασίλειο των
Άγγλων
886–1066
Το φερόμενο ως έμβλημα του Εδουάρδου του Εξομολογητή

Έθελσταν1 - Έντμουντ Α΄1 - Έντρεντ1 - Έντβιχ1 - Έντγκαρ1 - Εδουάρδος ο Μάρτυρας - Έθελρεντ ο Ανέτοιμος - Σβεν Α΄ της Δανίας - Έντμουντ ο σιδηρόπλευρος - Κνούτος1 - Χάρολντ ο Λαγόπους - Αρθακανούτος - Εδουάρδος ο Εξομολογητής - Χάρολντ Β΄ της Αγγλίας - Έντγκαρ Έθελινγκ

Βασίλειο της
Αγγλίας
1066–1649
Η δεύτερη Μεγάλη Σφραγίδα του Βασιλιά Ριχάρδου Α΄
Γουλιέλμος Α΄ - Γουλιέλμος Β΄- Ερρίκος Α΄ - Στέφανος- Ματθίλδη - Ερρίκος Β΄2 - Ερρίκος ο Νεαρός Βασιλιάς - Ριχάρδος Α΄ - Ιωάννης2 - Ερρίκος Γ΄2 - Εδουάρδος Α΄2 - Εδουάρδος Β΄2 - Εδουάρδος Γ΄2 - Ριχάρδος Β΄2 - Ερρίκος Δ΄ 2- Ερρίκος Ε΄2 - Ερρίκος ΣΤ΄2 - Εδουάρδος Δ΄2 - Εδουάρδος Ε΄2 - Ριχάρδος Γ΄2 - Ερρίκος Ζ΄2 - Ερρίκος Η΄2 - Εδουάρδος ΣΤ΄2 - Ιωάννα2 - Mαρία Α΄2 με τον Φίλιππο2 - Ελισάβετ Α΄2 - Ιάκωβος Α΄3 - Κάρολος Α΄3-
Κοινοπολιτεία της
Αγγλίας, Σκωτίας και Ιρλανδίας
1653–1659
Το έμβλημα του Λόρδου Προστάτη

Όλιβερ Κρόμγουελ4 - Ρίτσαρντ Κρόμγουελ4
Βασίλειο της
Αγγλίας
1660–1707
Το έμβλημα του Ιακώβου Α΄

Κάρολος Β΄3 - Ιάκωβος Β΄3 - Γουλιέλμος Γ΄ και Μαίρη Β΄3 - Άννα3
1Επικυρίαρχος της Βρετανίας. 2Επίσης κυβερνήτης της Ιρλανδίας. 3Επίσης κυβερνήτης της Σκωτίας. 4Λόρδος Προστάτης.
Συζητήσιμοι ή αμφισβητήσιμοι κυβερνήτες είναι με πλάγια γράμματα.

Εγκυκλοπαίδεια του Ηνωμένου Βασιλείου

Βρετανοί

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

 HellenicaWorld News