ξυλόκαρφο
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ξυλόκαρφο | τα | ξυλόκαρφα |
γενική | του | ξυλόκαρφου | των | ξυλόκαρφων |
αιτιατική | το | ξυλόκαρφο | τα | ξυλόκαρφα |
κλητική | ξυλόκαρφο | ξυλόκαρφα | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
ξυλόκαρφο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
ξυλόκαρφο ουδέτερο
ξύλινο καρφί
Συνώνυμα
ξυλοκάρφι
Μεταφράσεις
ξυλόκαρφο
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License