ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ψευδίζω

Ελληνικά
Ετυμολογία

ψευδίζω < ψευδός

Προφορά

ΔΦΑ : /psɛv.ˈði.zɔ/

Ρήμα

ψευδίζω

μιλάω ψευδά, δεν προφέρω τους φθόγγους σωστά, ιδιαίτερα τους συριστικούς

Συγγενικές λέξεις

ψευδός
ψεύδισμα
ψευδισμός

Κλίση
Ενεργητική φωνή

Εξακολουθητικοί χρόνοι
πρόσωπα Ενεστώτας Παρατατικός Εξ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική Μετοχή
α' ενικ. ψευδίζω ψεύδιζα θα ψευδίζω να ψευδίζω ψευδίζοντας
β' ενικ. ψευδίζεις ψεύδιζες θα ψευδίζεις να ψευδίζεις ψεύδιζε
γ' ενικ. ψευδίζει ψεύδιζε θα ψευδίζει να ψευδίζει
α' πληθ. ψευδίζουμε ψευδίζαμε θα ψευδίζουμε να ψευδίζουμε
β' πληθ. ψευδίζετε ψευδίζατε θα ψευδίζετε να ψευδίζετε ψευδίζετε
γ' πληθ. ψευδίζουν(ε) ψεύδιζαν
ψευδίζαν(ε)
θα ψευδίζουν(ε) να ψευδίζουν(ε)
Συνοπτικοί χρόνοι
πρόσωπα Αόριστος Συνοπτ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική Απαρέμφατο
α' ενικ. ψεύδισα θα ψευδίσω να ψευδίσω ψευδίσει
β' ενικ. ψεύδισες θα ψευδίσεις να ψευδίσεις ψεύδισε
γ' ενικ. ψεύδισε θα ψευδίσει να ψευδίσει
α' πληθ. ψευδίσαμε θα ψευδίσουμε να ψευδίσουμε
β' πληθ. ψευδίσατε θα ψευδίσετε να ψευδίσετε ψευδίστε
γ' πληθ. ψεύδισαν
ψευδίσαν(ε)
θα ψευδίσουν(ε) να ψευδίσουν(ε)
Συντελεσμένοι χρόνοι
πρόσωπα Παρακείμενος Υπερσυντέλικος Συντελ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική
α' ενικ. έχω ψευδίσει είχα ψευδίσει θα έχω ψευδίσει να έχω ψευδίσει
β' ενικ. έχεις ψευδίσει είχες ψευδίσει θα έχεις ψευδίσει να έχεις ψευδίσει
γ' ενικ. έχει ψευδίσει είχε ψευδίσει θα έχει ψευδίσει να έχει ψευδίσει
α' πληθ. έχουμε ψευδίσει είχαμε ψευδίσει θα έχουμε ψευδίσει να έχουμε ψευδίσει
β' πληθ. έχετε ψευδίσει είχατε ψευδίσει θα έχετε ψευδίσει να έχετε ψευδίσει
γ' πληθ. έχουν ψευδίσει είχαν ψευδίσει θα έχουν ψευδίσει να έχουν ψευδίσει



Μεταφράσεις
ψευδίζω

αγγλικά : lisp (en)
γαλλικά : zézayer (fr), zozoter (fr) (οικείο)
γερμανικά : lispeln (de)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License