ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ωμιαίος

Ελληνικά

πτώση ενικός
ονομαστική ωμιαίος ωμιαία ωμιαίο
γενική ωμιαίου ωμιαίας ωμιαίου
αιτιατική ωμιαίο ωμιαία ωμιαίο
κλητική ωμιαίε ωμιαία ωμιαίο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική ωμιαίοι ωμιαίες ωμιαία
γενική ωμιαίων ωμιαίων ωμιαίων
αιτιατική ωμιαίους ωμιαίες ωμιαία
κλητική ωμιαίοι ωμιαίες ωμιαία

Ετυμολογία

ωμιαίος < ὠμιαῖος στην καθαρεύουσα < αρχαία ελληνική ὦμος

Επίθετο

ωμιαίος, -α, -ο

σχετικός με τον ώμο

ωμιαία άρθρωση

Συγγενικές λέξεις

ωμικός
ώμος

Μεταφράσεις
ωμιαίος

αγγλικά : shoulder related (en)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License