ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο



διασωλήνωση

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διασωλήνωση οι διασωληνώσεις
      γενική της διασωλήνωσης
& διασωληνώσεως
των διασωληνώσεων
    αιτιατική τη διασωλήνωση τις διασωληνώσεις
     κλητική διασωλήνωση διασωληνώσεις
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

διασωλήνωση < διασωληνώνω + -ση

Ουσιαστικό

διασωλήνωση θηλυκό

(ιατρική) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του διασωληνώνω

Μεταφράσεις
διασωλήνωση

γαλλικά : intubation (fr)
πολωνικά : intubacja (pl)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License