ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο



αψήφιστος

Ελληνικά


πτώση ενικός

πτώση ενικός
ονομαστική αψήφιστος αψήφιστη αψήφιστο
γενική αψήφιστου αψήφιστης αψήφιστου
αιτιατική αψήφιστο αψήφιστη αψήφιστο
κλητική αψήφιστε αψήφιστη αψήφιστο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική αψήφιστοι αψήφιστες αψήφιστα
γενική αψήφιστων αψήφιστων αψήφιστων
αιτιατική αψήφιστους αψήφιστες αψήφιστα
κλητική αψήφιστοι αψήφιστες αψήφιστα

Ετυμολογία

αψήφιστος < αρχαία ελληνική ἀψήφιστος < α στερητικό και ψηφίζω

Επίθετο

αψήφιστος,η,ο

που δεν έχει ψηφιστεί, δεν τον έχουν ψηφίσει (για άψυχα, π.χ. για νόμο ή νομοσχέδιο, αλλά και για βουλευτές ή πολιτικούς εν γένει)
που δεν είναι λογικό να ψηφιστεί από κανέναν, που δεν το προτιμά κανείς, που δεν είναι δυνατό να ψηφιστεί
που εκ του νόμου ορίζεται και δεν εκλέγεται ή που εκλέγεται μεν, αλλά όχι άμεσα με καθολική ψηφοφορία από το λαό (π.χ. ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι αψήφιστος από το λαό, όμως ψηφισμένος από τη Βουλή)
λαϊκότροπα, έχει την εσφαλμένη έννοια του ψηφοφόρου ή του πολίτη που δεν έχει ψηφίσει

Δείτε επίσης

αψήφιστα (επίρρημα) και αψηφώ
άψηφος

Μεταφράσεις
αψήφιστος

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License