ART

 

.


Ο κρυόλιθος (αγγλ. cryolite) είναι αλογονούχο ορυκτό του νατρίου. Το όνομά του προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις κρύος και λίθος, λόγω της εμφάνισής του, που προσομοιάζει με πάγο (παγόμορφος). Στις άχροες ποικιλίες του ο δείκτης διάθλασης είναι τόσο χαμηλός που, όταν δείγμα του βυθίζεται στο νερό, μοιάζει να εξαφανίζεται.

Κρυόλιθος
Γενικά
Κατηγορία Αλογονίδια
Χημικός τύπος Na3AlF6
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα 2,97 gr/cm3
Χρώμα Άχρουν, λευκό, ανοικτοκάστανο,

ροζ, αιθαλομέλαν

Σύστημα κρυστάλλωσης Μονοκλινές
Κρύσταλλοι Ψευδοκυβικοί ή βραχυπρισματικοί
Υφή Συμπαγής έως στιφροκοκκώδης
Διδυμία Συχνή, πολλαπλών τύπων
Σκληρότητα 2,5
Σχισμός Ατελής {001} και {110} (με αποχωρισμό)
Θραύση Ανώμαλη
Λάμψη Υαλώδης, κηρώδης, μαργαριτώδης

(κατά {001})

Γραμμή κόνεως Λευκή
Πλεοχρωισμός Δεν εμφανίζεται
Διαφάνεια Διαφανής

Διαλύεται με έκλυση υδροφθορίου (HF) σε θειικό οξύ. Εμφανίζει ασθενή θερμοφθορισμό, ενώ φθορίζει έντονα σε υπεριώδη ακτινοβολία.

Δεν είναι ιδιαίτερα κοινό ορυκτό, εμφανίζοντας μικρή γεωγραφική εξάπλωση. Μεγάλα κοιτάσματά του έχουν ανευρεθεί μόνο στην Γροιλανδία (περιοχές Ivigtut και Arksukfiord, στο νοτιοδυτικό άκρο της νήσου). Απαντά, επίσης, στη Ναμίμπια, στην περιοχή Cínovec / Zinnwald στα σύνορα Τσεχίας - Γερμανίας, στο Μον Σεν Ιλέρ του Καναδά και στις πολιτείες Βιρτζίνια, Νεβάδα, Κολοράντο, Τέξας και Νέο Μεξικό των ΗΠΑ.

Η βασική του χρήση είναι ως συλλίπασμα, δηλαδή πρόσθετο στην βιομηχανική παρασκευή χαλύβων και, ιδιαίτερα, αργιλίου, όπου αφενός καταβιβάζει την θερμοκρασία τήξεως των πρώτων υλών (ιδιαίτερα της αλουμίνας), και αφετέρου σχηματίζει επιπλέουσα σκωρία η οποία απομακρύνει προσμίξεις. Η χρήση του έχει ως συνέπεια την έκλυση φθορίου, η οποία, στη βιομηχανία παραγωγής αργιλίου, αντιμετωπίζεται με τη χρήση ειδικών καλυμμάτων στις λεκάνες ηλεκτρόλυσης.

Εμφανίζεται ως ορυκτό στα τελευταία στάδια σχηματισμού ορισμένων γρανιτικών πηγματιτών και αλκαλικών γρανιτών. Επίσης ως ορυκτό της ατμιδικής φάσης ρυολίθων πλούσιων σε φθόριο, στους οποίους εμφανίζεται και τοπάζιο, σε φλοιώδεις σχηματισμούς καρμπονατιτικών φλεβών που διατέμνουν βιοτιτικούς γνευσίους , ενώ έχει παρατηρηθεί ως αυθιγενές συστατικό μαργών και σχιστολίθων στην περιοχή "Green River" (ΗΠΑ).

Συνδέεται με σιδηρίτη, χαλαζία, τοπάζιο, φθορίτη, χαλκοπυρίτη, γαληνίτη, κασσιτερίτη, μολυβδαινίτη, κολουμβίτη και βολφραμίτη.
Πηγές

Handbook of Mineralogy
Mindat.org
Galleries.com
Webmineral.com

Βιβλιογραφία

James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244
Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 039591096X
Walter Schumann, R. Bradshaw, K. A. G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0395511372

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License