ART

 

.

Τα βλαστοκύτταρα είναι κύτταρα που αναπαράγονται διαρκώς και έχουν την ικανότητα να μετατραπούν (να διαφοροποιηθούν) σε οποιοδήποτε άλλο είδος κυττάρου στο σώμα ενός οργανισμού (π.χ. σε μυϊκό, ερειστικό, νευρικό κλπ κύτταρο). Η ονομασία Βλαστοκύτταρο σχετίζεται ετυμολογικά με την λέξη "κύτταρο"[1].

Η έρευνα σε ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα ξεκίνησε το 1998 και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Ύπαρξη στα έμβρυα

Tα βλαστοκύτταρα προέρχονται από ένα έμβρυο στο στάδιο της βλαστοκύστης, δηλαδή από ένα έμβρυο 5ης ημέρας, περίπου 100 κυττάρων. Aπό αυτά τα 100 κύτταρα, τα 30-34 (από τα οποία θα προέλθει το έμβρυο - από τα υπόλοιπα θα σχηματιστεί κυρίως ο πλακούντας) ονομάζονται βλαστοκύτταρα και είναι ολοδύναμα - δηλαδή μπορούν να δώσουν οποιονδήποτε ιστό του σώματος.


Ύπαρξη στον Πλακούντα

Πρόκειται για βλαστοκύτταρα που δεν διαφοροποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της εμβρυογένεσης -δεν σχημάτισαν ιστούς- και παρέμειναν στο αίμα του πλακούντα και του ομφάλιου λώρου.


Ύπαρξη στο αίμα ενηλίκων

Στο αίμα ενός ενηλίκου ατόμου έχουν απομείνει βλαστοκύτταρα που χρησιμεύουν για την ανανέωση των κατεστραμμένων ιστών. Tα βλαστοκύτταρα των ενηλίκων, όμως, μπορούν να διαφοροποιηθούν κυρίως σε κύτταρα των ιστών στους οποίους εδρεύουν - και όχι σε κάθε τύπο ιστού, όπως τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα. Eάν π.χ. βρίσκονται στον εγκέφαλο, βοηθούν στην ανάπλαση των κυττάρων του εγκεφάλου, εάν εδρεύουν στο ήπαρ, αποκαθιστούν τις βλάβες του ήπατος κ.ο.κ.

Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατα πειράματα, φαίνεται ότι τα βλαστοκύτταρα των ενηλίκων ίσως να έχουν τελικά μεγαλύτερη ευελιξία από ό,τι αρχικά πιστευόταν. Έχει καταστεί εφικτή π.χ. η εργαστηριακή διαφοροποίηση κυττάρων του αίματος σε νευρώνες και σε καρδιακό μυ.


Χρησιμότητα

Ένα κύτταρο από το οποίο μπορούν να προέλθουν όλοι οι ιστοί του σώματος -ή ένα μεγάλο μέρος τους- προφανώς είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο κύτταρο. Όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Πρέπει να ανακαλυφθεί η διαδικασία καθοδήγησης των βλαστοκυττάρων, ώστε να διαφοροποιηθούν. π.χ. σε κύτταρα με παλμό που αναπλάθουν τον κατεστραμμένο καρδιακό μυ μετά από ένα έμφραγμα,

π.χ. σε κύτταρα που παράγουν ντοπαμίνη για τον εγκέφαλο των ασθενών με Πάρκινσον,

π.χ. σε ινσουλινοπαραγωγά κύτταρα για την αντιμετώπιση του διαβήτη.

Εάν τα βλαστοκύτταρα καθοδηγηθούν στον σχηματισμό υγιών και λειτουργικών ιστών, τότε δυνητικά θα μπορούσε να εφαρμοστεί κυτταρική θεραπεία για πολλές ασθένειες όπως:

καρδιοπάθειες
Σακχαρώδης Διαβήτης
Aλτσχάιμερ
Πάρκινσον
οστεοαρθρίτιδα, Ρευματοειδής Αρθρίτιδα
εγκαύματα
τραυματισμοί της σπονδυλικής στήλης
μυοπάθειες βαρείας μορφής

Eαν μάλιστα τα κύτταρα προέρχονται από τον ίδιο τον πάσχοντα, θεωρητικά δεν θα υπάρχει ο κίνδυνος της απόρριψής τους (όπως δυστυχώς συμβαίνει στις μεταμοσχεύσεις).
Βλαστοκύτταρα και κίνδυνοι

Tα βλαστοκύτταρα έχουν την ικανότητα να αναπαράγονται μόνα τους. Nα δημιουργούν πανομοιότυπα αντίγραφα (κλώνους) του εαυτού τους. Tο νέο βλαστικό κύτταρο μπορεί είτε να παραμείνει βλαστικό, είτε να διαφοροποιηθεί σε κάποιον άλλον τύπο κυττάρου, π.χ. δέρματος, αίματος κλπ. Όμως, ως προς το χαρακτηριστικό του αυτόνομου πολλαπλασιασμού τους, τα βλαστικά κύτταρα ομοιάζουν πολύ με τα καρκινικά κύτταρα.

Kατά συνέπεια, τίθεται το ζήτημα του κατά πόσο μπορούν τελικά να ελεγχθούν και να μην δράσουν ανάλογα με τα καρκινικά.

Η υποτροπή του καρκίνου του μαστού μπορεί να προκαλείται από προσφάτως ανακαλυφθέντα σπάνια βλαστοκύτταρα, τα οποία μεταμορφώνονται εξαιτίας γενετικών λαθών σε «εργοστάσιο παραγωγής όγκων», σύμφωνα με δημοσίευμα του επιστημονικού εντύπου Nature.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι εκτός από την πλήρη καθοδήγηση της ανάπτυξης των μαστών, τα συγκεκριμένα κύτταρα παίζουν ρόλο-κλειδί και στον καρκίνο.

Η ομάδα του Ινστιτούτου Ιατρικής Έρευνας Walter και Eliza Hall μεταμόσχευσε τα κύτταρα σε ιστό ποντικιού και κατάφερε να δημιουργήσει ένα λειτουργικό μαστό. Επίσης διαπίστωσε ότι τα εν λόγω βλαστοκύτταρα ήταν πολυάριθμα στον προ-καρκινικό ιστό.

Οι παρατηρήσεις αυτές δημιουργούν ελπίδες πιθανής δημιουργίας νέων αντικαρκινικών θεραπειών και νέων τεχνικών ανάπλασης των μαστών.

Αναλυτικότερα, οι επιστήμονες απομόνωσαν τα βλαστοκύτταρα από το μαστικό ιστό θηλυκών ποντικιών. Μεταμόσχευσαν ένα από τα κύτταρα στον μαστικό λιπώδη ιστό ενός θηλυκού ποντικιού απ' το οποίο είχε αφαιρεθεί όλος ο μαστικός ιστός.

Το κύτταρο χωρίστηκε και τελικά προήγαγε την αύξηση όλων των φυσιολογικών τύπων του κυττάρου που εντοπίζεται στο μαστό του ποντικιού σε τέτοια έκταση που ο αδένας παράγει γάλα υπό φυσιολογικές συνθήκες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες το βλαστοκύτταρο θα δημιουργήσει υγιή ιστό. Αλλά πιστεύεται ότι γενετικά λάθη, πιθανόν συνδυαστικά με εξωτερικές επιρροές, μπορεί να κάνει το βλαστοκύτταρο ή ένα θυγατρικό κύτταρο να δημιουργήσει ελαττωματικά κύτταρα.

Αν και δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι τα συγκεκριμένα βλαστοκύτταρα υπάρχουν και στους ανθρώπους, οι ερευνητές είναι σχεδόν σίγουροι ότι υπάρχουν λόγω της αύξηση των μαστών κατά τη διάρκεια της κύησης και της εφηβείας.

Τέλος, σημειώνουν ότι μια χημειοθεραπεία σχεδιασμένη να στοχεύει τους όγκους μπορεί να καταφέρει να εξαλείψει τα ελαττωματικά βλαστοκύτταρα στους μαστούς καθώς αυτά διαχωρίζονται με διαφορετική συχνότητα.


Πηγές

[1]

Εγκυκλοπαίδεια Βιολογίας

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License