ART

 

.

Ο Πέτερ Κρίστιαν Χέρσλεμπ Κγέρσοβ Μίκελσεν (Peter Christian Hersleb Kjerschow Michelsen, 15 Μαρτίου 1857, Μπέργκεν – 29 Ιουνίου 1925, Φάνα) ήταν Νορβηγός μεγιστάνας της ναυτιλίας και πολιτικός. Ήταν ο πρώτος Πρωθυπουργός της ελεύθερης Νορβηγίας από το 1905 ως το 1907. Ο Μίκελσεν είναι περισσότερο γνωστός για τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε στη διάλυση της Ένωσης Σουηδίας-Νορβηγίας το 1905, και ήταν ένας από τους πιο σημαίνοντες πολιτικούς της εποχής του.


Πρώιμη ζωή

Γεννήθηκε στο Μπέργκεν της Νορβηγίας και πήρε το όνομα του παππού του, επισκόπου Πέτερ Κρίστιαν Χέρσλεμπ Κγέρσοβ[1].
Καριέρα

Ο Μίκελσεν ήταν δικηγόρος και πλοιοκτήτης. Έγινε μέλος του νορβηγικού Κοινοβουλίου το 1891, αντιπροσωπεύοντας το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πάνω από τις λεπτές διαχωριστικές γραμμές των κομμάτων, και ένας από τους κύριους στόχους του ήταν να δημιουργήσει έναν συνασπισμό κομμάτων που να φθάνει από το Συντηρητικό ως το Φιλελεύθερο Κόμμα, το οποίο αποκαλούσε «Κόμμα του Συνασπισμού». Διετέλεσε υπουργός Οικονομικών στη δεύτερη Κυβέρνηση Χάγκερουπ, και ήταν ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές μιας πιο σταθερής πολιτικής έναντι της ένωσης μεταξύ της Σουηδίας και της Νορβηγίας. Τον Μάρτιο του 1905, ο Μίκελσεν αντικατέστησε τον Φράνσις Χάγκερουπ στην πρωθυπουργία, και αμέσως έγινε ο ηγέτης του κινήματος για την διάλυση της ένωσης.

Η επίσημη αιτία για τη διάλυση ήταν η άρνηση του Βασιλιά Όσκαρ Β΄ να αποδεχθεί τους νορβηγικούς προξενικούς νόμους. Η σουηδική κυβέρνηση επέμενε για πολλά χρόνια ότι οι νόμοι που διέπουν τις εξωτερικές υποθέσεις έπρεπε να είναι μέρος της συμφωνίας ένωσης, και ως εκ τούτου, οι προξενική νόμοι δεν θα μπορούσαν να περάσουν από τη νορβηγική Βουλή χωρίς τη συγκατάθεση της σουηδικής Βουλής. Οι Σουηδοί ήταν πρόθυμοι να δεχτούν την νορβηγική ανάγκη για χωριστές προξενικές διαδικασίες, αλλά απαίτησαν να αποδεχθεί η Νορβηγία το προηγούμενο βάσει του οποίου η Ένωση είχε λειτουργήσει για 90 χρόνια, και συγκεκριμένα ο Υπουργός Εξωτερικών να είναι Σουηδός. Οι Νορβηγοί αισθάνθηκαν ότι αυτό αναγνώριζε πως η Σουηδία έχει το πάνω χέρι στην Ένωση. Αν και αυτή η υπεροχή υπήρχε στην πραγματικότητα, οι Νορβηγοί ήταν απρόθυμοι να δεχθούν την άνιση σχέση σε επίσημη, νομική βάση.
Μνημείο προς τιμήν του Κρίστιαν Μίκελσεν στο Μπέργκεν της Νορβηγίας

Στις 27 Μαΐου του 1905 ο Βασιλιάς Όσκαρ αρνήθηκε να υπογράψει το νομοσχέδιο, και σε απάντηση οι Νορβηγοί υπουργοί της κυβέρνησης παραιτήθηκαν συλλογικά. Ο βασιλιάς δεν πήρε καμία άλλη πρωτοβουλία, πιθανώς γνωρίζονταν ότι επίκεινταν η διάλυση της Ένωσης, και οι Σουηδοί πολιτικοί δεν έκαναν τίποτα, ίσως πιστεύοντας ότι επρόκειτο για μια ακόμη πολιτική υποχώρηση των Νορβηγών. Στις 7 Ιουνίου η νορβηγική Βουλή δήλωσε ότι, επειδή ο βασιλιάς δεν ήταν σε θέση να σχηματίσει νέα κυβέρνηση στη Νορβηγία μετά την παραίτηση του Μίκελσεν, είχε χάσει την ικανότητα να κυβερνά και ως εκ τούτου έπαυσε να είναι ο βασιλιάς της Νορβηγίας. Η στρατηγική αυτή κίνηση έδωσε στην διάλυση μια κάποια νομική βάση, και ήταν κατά κύριο λόγο έργο του Κρίστιαν Μίκελσεν.

Ήξερε ότι ο νορβηγικός λαός, μετά από μήνες κατευθυνόμενης πληροφόρησης σε έναν ομόφωνη Τύπο, ήταν ενωμένος με έναν τρόπο εξαιρετικά σπάνιο για μια δημοκρατία. Στο δημοψήφισμα που απέδειξε την νορβηγική βούληση για διάλυση της ένωσης, η διατήρηση της ένωσης συγκέντρωσε μόλις 184 ψήφους σε εθνικό επίπεδο, το οποίο αντιστοιχούσε σε μόνο μια στις 2.000 ψήφους.

Ο Μίκελσεν, αν και ένα οπαδός αβασίλευτης δημοκρατίας στη Νορβηγία, δέχθηκε ότι μια δημοκρατική μοναρχία θα είχε μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνει αποδεκτή στο εξωτερικό και από την πλειοψηφία των Νορβηγών. Ο Πρίγκιπας Κάρολος της Δανίας έγινε ο Βασιλιάς Χάακον Ζ΄ της Νορβηγίας, μετά από ένα νέο δημοψήφισμα που έδωσε στους υποστηρικτές της μοναρχίας περίπου το 79% των ψήφων.
Ο Μίκελσεν υποδέχεται τον βασιλιά Χάακον και τον πρίγκηπα Όλαφ καθώς φτάνουν για πρώτη φορά στη Νορβηγία το 1905.

Το 1906 ο Μίκελσεν κέρδισε τις εκλογές με ένα υπερκομματικό ψηφοδέλτιο, πράγμα το οποίο γρήγορα τον αποξένωσε από τον κόμμα των Φιλελευθέρων, που προηγούνταν. Το 1907 παραιτήθηκε, έχοντας κουραστεί από τις ασήμαντες διαφωνίες μεταξύ των πολιτικών ηγετών, και αποδεχόμενος ότι οι πολιτικές του απόψεις είχαν ηττηθεί. Ο Γιέργκεν Λέβλαντ συνέχισε το έργο του, αλλά δεν είχε τη θέληση να αναγκάσει τον συνασπισμό να σταθεί ενωμένος, και το 1908 ο συνασπισμός κατέρρευσε. Ο Μίκελσεν κληροδότησε μεγάλο μέρος της περιουσίας του για τη δημιουργία ενός ιδρύματος για την επιστήμη και την πνευματική ελευθερία, που αργότερα έγινε το Ινστιτούτο Κρίστιαν Μίκελσεν.

Η απέχθειά του για την πολιτική των κομμάτων μπορεί να συνοψιστεί στο ακόλουθο απόσπασμα:

Τα κομματικά συνέδρια είναι η σκηνή όπου μια σειρά ανεύθυνοι πολιτικοί συναντιούνται για να κάνουν ένα νόστιμο στιφάδο για τη θρέψη των συστατικών τους

Το 1925 ίδρυσε μαζί με τον πολικό εξερευνητή Φρίντγιοφ Νάνσεν και τον βιομήχανο Γιόακιμ Λέμκουλ, τον Πατριωτικό Σύνδεσμο[2].
Διακρίσεις

Το 1905 τιμήθηκε με το Μεγαλόσταυρο του Βασιλικού Νορβηγικού Τάγματος του Αγίου Όλαφ και το 1907 με το Κολάρο.

Το 1930 ιδρύθηκε στο Μπέργκεν το Ινστιτούτο Κρίστιαν Μίκελσεν (CMI), ως ανεξάρτητο κέντρο για την έρευνα της διεθνούς ανάπτυξης και πολιτικής. Το CMI διεξάγει τόσο εφαρμοσμένη όσο και θεωρητική έρευνα, και έχει ένα διεπιστημονικό προφίλ που στηρίζεται σε τέσσερις θεματικές ερευνητικές ομάδες, δηλαδή τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, τη Δημοκρατία και την Ανάπτυξη, την Ειρήνη, Συγκρούσεις και Κράτος, τη μείωση της φτώχειας και τη μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα.
Παραπομπές

«Nu gjælder det at holde kjæft», του Øyvind Ask, Bergens Tidende.
«Fedrelandslaget» (στα Norwegian). Store norske leksikon. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2011.

Νορβηγοί

Εγκυκλοπαίδεια Νορβηγίας

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License