ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ξεδιάντροπος

Ελληνικά
Ετυμολογία

ξεδιάντροπος < ξε- + αδιάντροπος

Επίθετο

ξεδιάντροπος -η -ο

που δεν έχει καθόλου ντροπή, άσεμνος
που δεν έχει καθόλου ντροπή, δεν έχει ηθικές αρχές ούτε αναστολές

Μεταφράσεις
ξεδιάντροπος

γαλλικά : dévergondé (fr), effronté (fr)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License