ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ρετάλι

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ρετάλι τα ρετάλια
      γενική του ρεταλιού των ρεταλιών
    αιτιατική το ρετάλι τα ρετάλια
     κλητική ρετάλι ρετάλια
Παράρτημα

Ετυμολογία

ρετάλι < ιταλική ritaglio

Ουσιαστικό

ρετάλι ουδέτερο

το ύφασμα που απομένει από ένα τόπι
(μεταφορικά) τιποτένιος, κατακάθι

Μεταφράσεις
υπόλοιπο από ύφασμα

αγγλικά : remnant (en)
γαλλικά : 1-coupon (fr), 2-minable (fr)
γερμανικά : Stoffrest (de)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License