ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο



αυτογνωσία

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτογνωσία οι αυτογνωσίες
      γενική της αυτογνωσίας των αυτογνωσιών
    αιτιατική την αυτογνωσία τις αυτογνωσίες
     κλητική αυτογνωσία αυτογνωσίες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αυτογνωσία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική autognosie < αρχαία ελληνική αὐτός + γνῶσις

Ουσιαστικό

αυτογνωσία θηλυκό

το να γνωρίζει κάποιος καλά τον εαυτό του σε όλες του τις εκφάνσεις

Συνώνυμα

αυτεπίγνωση

Αντώνυμα

ετερογνωσία

Δείτε επίσης

αυτοσυνειδησία

Μεταφράσεις
αυτογνωσία

αγγλικά : self-cognition (en), self-knowledge (en), autognosis (en)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License