ART

 

Γεγονότα, Hμερολόγιο



αυτοπροσωπογραφία

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτοπροσωπογραφία οι αυτοπροσωπογραφίες
      γενική της αυτοπροσωπογραφίας των αυτοπροσωπογραφιών
    αιτιατική την αυτοπροσωπογραφία τις αυτοπροσωπογραφίες
     κλητική αυτοπροσωπογραφία αυτοπροσωπογραφίες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αυτοπροσωπογραφία < αυτο- + προσωπογραφία ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική autoportrait)

Ουσιαστικό

αυτοπροσωπογραφία θηλυκό

προσωπογραφία / πορτρέτο που παριστάνει κάποιον ζωγράφο κι έχει ζωγραφιστεί απ’ τον ίδιο

≈ συνώνυμα: αυτοπορτρέτο
Με κομμένη την ανάσα παρακολουθούμε τον όγκο των 28 αυτοπροσωπογραφιών της, όπως αναπτύσσονται μέσω των συγγραφέων, των λογοτεχνικών ηρώων και των ημερολογίων, με γραφή που μοιάζει με εκείνη των τυφλών. (*)

(κατ' επέκταση) περιγραφή (με πεζό ή ποιητικό λόγο) ενός συγγραφέα στην οποία περιγράφει ο ίδιος τον εαυτό του

≈ συνώνυμα: αυτοπορτρέτο

σέλφι

≈ συνώνυμα: αυτοφωτογράφιση, αυτοπορτρέτο

Συγγενικές λέξεις

αυτοπροσωπογράφος
αυτοπροσωπογραφούμαι
→ δείτε τις λέξεις αυτός, πρόσωπο και γράφω

Μεταφράσεις
αυτοπορτρέτο

αγγλικά : self-portrait (en)
γαλλικά : autoportrait (fr)
πολωνικά : autoportret (pl)

σέλφι

→ δείτε τη λέξη σέλφι

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License